-
1 Ὀπτιλῖτις
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Ὀπτιλῖτις
См. также в других словарях:
Οπτιλλέτις — Όπτιλλέτις και Όπτιλέτις και Ὀπτιλῑτις, ἡ (Α) προσωνυμία τής Αθηνάς στη Λακεδαίμονα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπτίλ(λ)ος «μάτι» + επίθημα έτις (πρβλ. οφειλ έτις). Ο τ. Ὀπτιλῖτις < ὀπτίλος + κατάλ. ῖτις (πρβλ. πολ ίτις)] … Dictionary of Greek