Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ὄχλοι

См. также в других словарях:

  • ὄχλοι — ὄχλος crowd masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Differences between codices Sinaiticus and Vaticanus — Codex Sinaiticus and Codex Vaticanus, two of great uncial codices, representatives of the Alexandrian text type, are considered excellent manuscript witnesses of the text of the New Testament. Most critical editions of the Greek New Testament… …   Wikipedia

  • Matthew 4:25 — 1st century AD Palestine showing the areas mentioned in this verse Matthew 4:25 is the twenty fifth, and final, verse of the fourth chapter of the Gospel of Matthew in the New Testament. This verse is part of a brief summary of and introduction… …   Wikipedia

  • δεκάπολις — Ομοσπονδία δέκα ελληνικών πόλεων της Παλαιστίνης στην ελληνορωμαϊκή εποχή, που ίδρυσε ο Πομπήιος το 64 63 π.Χ. Οι πόλεις αυτές, στις οποίες προστέθηκαν αργότερα και άλλες, υπήρξαν κέντρα του ελληνισμού στην Ασία. Αρχικά ήταν οι: Δαμασκός,… …   Dictionary of Greek

  • συμπνίγω — ΜΑ [πνίγω] 1. πνίγω κάποιον σφίγγοντας τον λαιμό του με τα δυό μου χέρια 2. ασκώ πίεση πάνω σε κάποιον («οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν», ΚΔ) 3. με την πίεση που ασκώ εμποδίζω την ανάπτυξη («ἀνέβησαν αἱ ἄκανθαι καὶ συνέπνιξαν αὐτό», ΚΔ) 4. μτφ.… …   Dictionary of Greek

  • συμπορεύομαι — ΝΜΑ [πορεύομαι] 1. πορεύομαι μαζί με άλλον, συνοδοιπορώ («καὶ συμπορεύσονται πάλιν οἱ ὄχλοι πρὸς αύτόν», ΚΔ) 2. μτφ. συνεργάζομαι με κάποιον («το κόμμα του συμπορεύεται με το κυβερνητικό κόμμα») αρχ. συνουσιάζομαι …   Dictionary of Greek

  • Ευγενικός, Μάρκος — (Κωνσταντινούπολη 1393 – 1445). Μητροπολίτης Εφέσου (1437 45). Μετά τις σπουδές του δίπλα σε επιφανείς δασκάλους (Γεώργιο Γεμιστό, Ιωάννη Χορτασμένο κ.ά.) έγινε μοναχός στη μονή του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων και επιδόθηκε σε θεολογικές μελέτες …   Dictionary of Greek

  • όχλος — ο 1. το ασύνταχτο πλήθος, συρφετός. 2. ο λαός ως κοινωνική τάξη: Εσένα δε σε χτίσανε τυραγνισμένοι όχλοι, καματερά ανθρωπόμορφα σπρωγμένα απ τη βουκέντρα (Παλαμάς) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»