Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ὄξυ-θριξ

См. также в других словарях:

  • οξύθριξ — ὀξύθριξ, ὁ, ἡ (Α) αυτός που έχει ξανθά μαλλιά ή αυτός που έχει αγκαθωτά, σκληρά μαλλιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < οξυ * + θρίξ, τριχός (πρβλ. καλλί θριξ)] …   Dictionary of Greek

  • οξύτριχος — η, ο (Α ὀξύτριχος, ον) νεοελλ. το αρσ. ως ουσ. ο οξύτριχος ζωολ. γένος βλεφαριδοφόρων πρωτοζώων τής τάξης υπότριχα αρχ. αυτός που έχει οξείες τρίχες. [ΕΤΥΜΟΛ. < οξυ * + τριχος (< θρίξ, τριχός), πρβλ. λεπτό τριχος. Η λ. ως επιστημον. όρος… …   Dictionary of Greek

  • oxytrichine — oxytrichine, a. and n. Zool. (ɒkˈsɪtrɪkaɪn) [f. mod.L. Oxytrichina neut. pl., f. Oxytricha, the typical genus, f. Gr. ὀξυ sharp + θρίξ, τριχ hair (cf. Gr. ὀξύτριχος adj.): see ine1.] a. adj. Belonging to the family Oxytrichina or Oxytrichidæ of… …   Useful english dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»