-
121 ἐυφροσύνα
εὐφροσύνα, ἐυφροσύνα1 joy ( Τάνταλος) εὐφροσύνας ἀλᾶται i. e. wanders from the path of happiness O. 1.58τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος P. 3.98
Ἰάσων ξείνἰ ἁρμόζοντα τεύχων πᾶσαν ἐυφροσύναν τάνυεν P. 4.129
τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45
ἄριστος εὐφροσύνα πόνων κεκριμένων ἰατρός N. 4.1
ἔστι δὲ καὶ διδύμων ἀέθλων Μελίσσῳ μοῖρα πρὸς εὐφροσύναν τρέψαι γλυκεῖαν ἦτορ I. 3.10
pro pers., one of the Graces,ὦ πότνἰ Ἀγλαία φιλησίμολπέ τ' Εὐφροσύνα, θεῶν κρατίστου παῖδες O. 14.14
-
122 θέλγω
a enchant κῆλα δὲ καὶ δαιμόνων θέλγει φρένας ( θέλγεις coni. Krause: of a lyre) P. 1.12b soothe ἄριστος εὐφροσύνα πόνων κεκριμένων ἰατρός. αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες ἀοιδαὶ θέλξαν νιν ἁπτόμεναι ( νιν = πόνους, Didymus: = εὐφροσύναν, Aristarchus) N. 4.3 -
123 ἰατρός
-
124 καιρός
καιρός (-ός, -οῦ, -ῷ, -όν.)1 fitting, right time (“u. a. der Sinn für das jeweils den Umständen Angemessene, Geschmack, Takt,” Fränkel, D & P, 509̆{14}: v. Bundy, 1. 18̆{44}; Barrett on Eur., Hipp., 386.)a νοῆσαι δὲ καιρὸς ἄριστος i. e. the fitting time is the best (time) to observe O. 13.48ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286
τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι καιρῷ σὺν ἀτρεκεῖ i. e. at exactly the right time P. 8.7ὁ δὲ καιρὸς ὁμοίως παντὸς ἔχει κορυφάν P. 9.78
ἀγαπατὰ δὲ καιροῦ μὴ πλαναθέντα πρὸς ἔργον ἕκαστον τῶν ἀρειόνων ἐρώτων ἐπικρατεῖν δύνασθαι N. 8.4
καιρὸν[ fr. 51f. b. μόχθος ἡσυχίαν φέρει καιρῷ καταβαίνων (“mit richtiger Wahl eingreifend,” Fränkel) Pae. 2.34 c. gen., opportunity, due season, chance for,ὁ μὰν πλοῦτος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρόν O. 2.54
ὧν ἔραται καιρὸν διδούς P. 1.57
πολλῶν ἐπέβαν καιρὸν οὐ ψεύδει βαλών ( καιρόν to be understood ἀπὸ κοινοῦ, v. Radt, Mnem., 1966, 152̆{5}) N. 1.18Θεαρίων, τὶν δ' ἐοικότα καιρὸν ὄλβου δίδωσι N. 7.58
in phrases, κατὰ καιρόν, ἐν καιρῷ, opportunely, ( Χεῖρα)τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ' ἁπάσαις ἁνίαις I. 2.22
χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, θυμέ fr. 123. 1. εἴη καὶ ἐρᾶν καὶ ἔρωτι χαρίζεσθαι κατὰ καιρόν fr. 127. 2. κατ]ὰ καιρὸν[ ?fr. 346a. 3. “ἦν διακρῖναι ἰδόντ' λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” fr. 168. 6. also παρὰ καιρόν, inopportunely, ὀρθᾷ διακρίνειν φρενὶ μὴ παρὰ καιρὸν δυσπαλές (“Richtmaß,” Fränkel) O. 8.24τὸ καυχᾶσθαι παρὰ καιρὸν μανίαισιν ὑποκρέκει O. 9.38
τί κομπέω παρὰ καιρόν; P. 10.4b = τὰ καίρια, things timelyκαιρὸν εἰ φθέγξαιο P. 1.81
c frag. ἐν και]ρῷ P. Oxy. 2622. fr. 1. 1 ad ?fr. 346. -
125 κρίνω
κρῑνω ( κρίνει: aor. ἔκρῖνας: pass. κρίνεται: aor. κρᾰθη, κρᾰθεν; κρᾰθείς: pf. κέκρᾰται: κεκρᾰμένων, κεκρᾰμένα, -μέναι.)a decide, judgeπότμος δὲ κρίνει συγγενὴς ἔργων πέρι πάντων N. 5.40
Χρομίῳ κεν ὑπασπίζων ἔκρινας, ἂν κίνδυνον ὀξείας ἀυτᾶς, οὕνεκεν ἐν πολέμῳ κείνα θεὸς ἔντυεν αὐτοῦ θυμὸν αἰχματὰν ἀμύνειν λοιγὸν Ἐνυαλίου N. 9.35
pass., be brought to a decision, ἄριστος εὐφροσύνα πόνων κεκριμένων ἰατρός ( having passed the crisis, a medical met., cf. van Brock, Le Vocabulaire Médical, Paris, 1961, 214) N. 4.1b allot pass.ἤτοι βροτῶν γε κέκριται πεῖρας οὔ τι θανάτου O. 2.31
τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.84
κρίνεται δ' ἀλκὰ διὰ δαίμονας ἀνδρῶν I. 5.11
pf. part. διείργει δὲ (sc. ἄνδρας καὶ θεοὺς)πᾶσα κεκριμένα δύναμις N. 6.2
τιμαὶ δὲ βροτοῖσι κεκριμέναι Παρθ. 1. 7.c pass., part σύνθεσιν ταύταν ἐπαινήσαντες οἱ μὲν κρίθεν sc. Jason and Pelias P. 4.168d pass., be distinguishedπαῖς ὁ Θεαρίωνος ἀρετᾷ κριθεὶς εὔδοξος ἀείδεται Σωγένης N. 7.7
-
126 νιν
a = αὐτόν. νιν καθαροῦ λέβητος ἔξελε Κλωθώ Pelops O. 1.26 ἄφθιτον θέν νιν (coni. Bergk, Mommsen: θέσαν αὐτόν codd.) O. 1.64 λάχναι νιν μέλαν γένειον ἔρεφον Pelops O. 1.68 ἐς γαῖαν πορεύεν θυμὸς ὥρμα Ἰστρίαν νιν Herakles O. 3.26 τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν Herakles *O. 3.33 ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω νιν Diagoras *O. 7.83 ἀλλά νιν ὕβρις ὦρσεν Ixion P. 2.28 “ οὐδ' ἀπίθησέ νιν” (ἱν coni. Hermann, cf. N. 1.66: “Parmi les solutions... il en est une...: c' est d' admettre que νιν a pu avoir la valeur d' un datif.” Des Places, 23, cf. Soph. fr. 471, Hesiod, fr. 11) P. 4.36 πῦρ δέ νιν οὐκ ἐόλει Jason P. 4.233 ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει. εὖυ νιν ἔγνωκεν (sc. Δαμόφιλος) P. 4.287 σύ τοί νιν μετανίσεαι (= πλοῦτον) P. 5.6 εὔχομαί νιν Ὀλυμπίᾳ τοῦτο δόμεν γέρας Zeus P. 5.124 σύ τοι σχεθών νιν ἐπὶ δεξιὰ χειρὸς ( νῦν v. l., νυν Bergk: “ νιν τὴν νίκην recte Dissen” Schr., probante Wil.) P. 6.19 “ θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον” Aristaios P. 9.63 ἅ νιν εὔφρων δέξεται Telesikrates P. 9.73 Ἰόλαον οὐκ ἀτιμά- σαντά νιν (= καιρόν) P. 9.80 ὑδάτων τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα Herakles P. 9.88 ἐκ δὲ τελευτάσει νιν ἤτοι σάμερον δαίμων (= ὄλβον) P. 12.29 καί τινα φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (loc. susp.: μόρῳ coni. Boeckh: μόρον codd.: φᾶ ἑ δᾳώσειν Wil.) N. 1.66 νιν εὐθυπομπὸς αἰὼν ταῖς μεγάλαις δέδωκε κοσμὸν Ἀθάναις Timodemos N. 2.7 Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον Timasarchos N. 4.21ὕμνησαν Πηλέα θ, ὥς τέ νιν ἁβρὰ Κρηθεὶς Ἱππολύτα δόλῳ πεδᾶσαι ἤθελε N. 5.26
πύκταν τέ νιν καὶ παγκρατίῳ φθέγξαι ἑλεῖν Ἐπιδαύρῳ διπλόαν νικῶντ' ἀρετάν Themistios N. 5.52 βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε Kreontidas N. 6.42 ἵνα κρεῶν νιν ὕπερ μάχας ἔλασεν ἀντιτυχόντ' ἀνὴρ μαχαίρᾳ Neoptolemos N. 7.42 πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν Aiakos N. 8.8 ἀλλ' οὔ νιν φλάσαν Polydeukes N. 10.68 περᾶσσαί νιν (coni. Dissen: περάσαι σὺν codd.: Aristagoras) N. 11.10 ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ Asopodoros I. 1.36 ἁδυπνόῳ τέ νιν ἀσπάζοντο φωνᾷ Nikomachos I. 2.25 σὺν Ὀρσέᾳ δέ νιν κωμάξομαι Melissos I. 4.73 “ καί νιν κέκλευ ἐπώνυμον εὐρυβίαν Αἴαντα” I. 6.53 φαίης κέ νιν Lampon I. 6.72 ἐπεί νιν Ἀλκαθόου τ' ἀγὼν ἐν Ἐπιδαύρῳ τε νεότας δέκτο Kleandros I. 8.67 ]Ἴλιον πᾶσάν νιν ἐπὶ π[έδον] κατερεῖψαι Πα. 8A. 22. καὶ γὰρ ὁ πόντιος Ὀρς[ιτ]ρίαινά νιν περίαλλα βροτῶν τίεν Teneros Πα... ]α φυγόντα νιν καὶ μέλαν ἕρκος ἅλμας[ Δ. 1. 1. ]σσέ νιν ὑπάτοισιν βουλεύμασι Perseus Δ.. 3. ταρβεῖ προσιόντα νιν fr. 110. combined with αὐτόν, emphatic, κατὰ γαἶ αὐτόν τέ νιν καὶ φαιδίμας ἵππους ἔμαρψεν Amphiareus O. 6.14 δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος αὐτόν τέ νιν. Midas P. 12.6b = αὐτήν. Οὐρανὸς δ' ἔφριξέ νιν Athena O. 7.38 κάρυξ ἀνέειπέ νιν Aitna P. 1.32 ἔσσεσθαι στεφάνοισί νιν ἵπποις τε κλυτὰν (Aitna: supp. Heyne, om. codd.) P. 1.37 ἐδαμάσσατό νιν Koronis P. 3.35 “ἦ μάν νιν ὤτρυνον φυλάξαι” (= βώλακα) *P. 4.40 “ εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε” *P. 4.43 “ πεύθομαι γάρ νιν Πελίαν ἀποσυλᾶσαι” (= τιμάν) P. 4.109 τόθι νιν θῆκε δέσποιναν χθονὸς ( νυν v. l.: Cyrene) P. 9.6 κίχε νιν λέοντί ποτ' παλαίοισαν Cyrene P. 9.26 “ τίς νιν ἀνθρώπων τέκεν;” Cyrene P. 9.33 “ ἔνθα νιν ἀρχέπολιν θήσεις” Cyrene P. 9.54 ἐν Πυθῶνί νιν εὐθαλεῖ συνέμειξε τύχᾳ Cyrene P. 9.71 πότερόν νιν ἄρ' Ἰφιγένεἰ ἔκνισεν; Klytaimnestra P. 11.22 χρή νιν εὑρόντεσσιν ἀγάνορα κόμπον μὴ φθονεραῖσι φέρειν γνώμαις (= ἀρετάν) *I. 1.43 σὺν θεῶν δέ νιν αἴσᾳ στρατὸς ἐκτίσσατο Aigina I. 9.1 ἐπέβα νιν Delos fr. 33d. 5. ] νιν Βαβυλῶνος ἀμείψομαι Keos Pae. 4.15c = αὐτό. τὺ δὲ σάφα νιν ἔχεις ( τὸ πλουτεῖν) P. 2.57δέρμα λαμπρὸν ἔννεπεν ἔνθα νιν ἐκτάνυσαν P. 4.242
ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν (= μέλος) P. 12.22d = αὐτούς. ἄριστος εὐφροσύνα πόνων κεκριμένων ἰατρός· αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες ἀοιδαὶ θέλξαν νιν ἁπτόμεναι (τὸ νίν Ἀρίσταρχος ἐπὶ τῆς εὐφροσύνης ἀκούει, ἄμεινον δέ, φησὶν ὁ Δίδυμος, ἐπὶ τῶν πόνων ἀκούειν τὴν νίν Σ.) N. 4.3 ὅστις δὴ τρόπος ἐξεκύλισέ νιν (Apoll. Dysk., de pron., p. 84, 7 Schn., ἔτι καὶ ἡ νίν τάσσεται ἐπὶ πλήθους) fr. 7. [e = αὐτῷ, v. P. 4.36, N. 1.66]f fragg. ]ύοντές νιν εκ[ Πα. 13. b. 20. ]καί νιν ορει[ Πα. 22a. 2. ] τε νιν ποθ[ (Π̆{S}: μιν Π.) *Θρ. 5a. 7. ]αιων οὐδέ μ[ιν (supp. Lobel) *fr. 51f. c. 5. -
127 νοέω
a observe, heedἕπεται δ' ἐν ἑκάστῳ μέτρον· νοῆσαι δὲ καιρὸς ἄριστος O. 13.48
καὶ τὸ σιγᾶν πολλάκις ἐστὶ σοφώτατον ἀνθρώπῳ νοῆσαι N. 5.18
b be minded, intend c. inf. “ πάντων δὲ νοεῖς ἀποδάσσασθαι ἴσον” N. 10.86 c. acc. cogn. ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται with hostile intent Pae. 2.54 -
128 Οἰνώνα
Οἰνώνα an old name for Aigina.1μέλος πεφιλημένον Οἰνώνᾳ τε καὶ Κύπρῳ N. 4.46
καὶ τίς ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν; N. 5.16 ἔβλαστεν δ υἱὸς Οἰνώνας βασιλεὺς χειρὶ καὶ βουλαῖς ἄριστος Aiakos N. 8.7ἀλλ' ἐν Οἰνώνᾳ μεγαλήτορες ὀργαὶ Αἰακοῦ παιδῶν τε I. 5.34
См. также в других словарях:
Ἄριστος — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄριστος — best masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άριστος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ιστορικός συγγραφέας (3ος 2ος αι. π.Χ.). Καταγόταν από τη Σαλαμίνα της Κύπρου. Έγραψε μαζί με τον Ασκληπιάδη μια Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. 2. Φιλόσοφος της Νέας Ακαδημίας (1ος αι. π.Χ.). Ήταν αδελφός του… … Dictionary of Greek
άριστος — η, ο επίρρ. α 1. (για πρόσωπα), αυτός που εξέχει στο επάγγελμά του, που πρωτεύει, ο τέλειος: Θεωρούνταν άριστος επιστήμονας στην εποχή του. 2. (για πράγματα), αυτός που είναι πολύ εκλεκτός, υψηλής ποιότητας: Το ύφασμα αυτό είναι άριστης ποιότητας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Μάντις δ’ ἄριστος ὅστις εἰκάζει καλῶς. — См. Верим охотно тому, чего желаем … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Καμπάνης, Άριστος — (Αθήνα 1883 – 1956). Δημοσιογράφος και λογοτέχνης. Παρακολούθησε μαθήματα στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς όμως να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Σταδιοδρόμησε ως δημοσιογράφος, συνεργαζόμενος με διάφορες εφημερίδες και… … Dictionary of Greek
ἀριστότερον — ἄριστος best adverbial comp ἄριστος best masc acc comp sg ἄριστος best neut nom/voc/acc comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρίστω — Ἄριστος masc nom/voc/acc dual Ἄριστος masc gen sg (doric aeolic) Ἀρίστης masc gen sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρίστως — ἄριστος best adverbial ἄριστος best masc acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὤριστος — ἄριστος , ἄριστος best masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀριστᾶν — ἄριστος best masc/fem gen pl (doric) ἀ̱ριστᾶν , ἀριστάω take the pres part act masc voc sg (doric aeolic) ἀ̱ριστᾶν , ἀριστάω take the pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) ἀ̱ριστᾶν , ἀριστάω take the pres part act masc nom sg (doric… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)