-
1 οπωσουν
adv. каким-то образом, так или иначеσκοπεῖσθαι, εἴτε διδακτόν ἐστιν, εἴτ ὁ. Plat. — рассмотреть, можно ли научить (добродетели), или дело обстоит иначе;
οὐδ΄ ὁ. Thuc., Isocr. — никоим образом, никак, нисколько
См. также в других словарях:
ὁπωσοῦν — in any way whatever indeclform (conj) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οπωσούν — (Α ὅπως οὖν και όπωσοῡν) επίρρ. κατά κάποιο τρόπο, κάπως («ἀναγκάσαντες ἐσβαίνειν ὅστις καὶ ὁπωσοῡν ἐδόκει ἡλικίας μετέχων ἐπιτήδειος εἶναι», Θουκ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὅπως + οὖν] … Dictionary of Greek
ὁπωστιοῦν — ὁπωσοῦν in any way whatever indeclform (conj) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
γλώσσα — I Όργανο με το οποίο ο άνθρωπος αναλύει και αντικειμενοποιεί την εμπειρία του με τη βοήθεια φωνητικών συμβόλων (λέξεων) που έχουν διαφορετική μορφή και διαφορετικές αμοιβαίες σχέσεις σε κάθε ιστορική κοινότητα. Πιο συγκεκριμένα, λέγοντας γ.… … Dictionary of Greek
ουν — oὖν (ΑΜ, Α ιων. και δωρ. τ. ὦν) (βεβαιωτικό μόριο το οποίο δεν τίθεται ποτέ στην αρχή πρότασης) 1. βεβαίως, πράγματι, αληθώς («εἰ δ οὖν τις ἀκτὶς ἡλίου νιν ἱστορεῑ... ζῶντα», Αισχύλ.) 2. (για συνέχιση λόγου, διήγησης) τότε λοιπόν, έπειτα, ύστερα… … Dictionary of Greek
όπως δη — ὅπως δή, επικ. τ. ὅππως δή (Α) επίρρ. 1. με ποιον αλήθεια τρόπο 2. οπωσούν … Dictionary of Greek
ԶԻԱՐԴԱՊԷՍ — ( ) NBH 1 0734 Chronological Sequence: Unknown date մ. ὀπωσοῦν qualicumque modo Զիա՛րդ եւ իցէ օրինակաւ. զի՛նչ եւ է կերպիւ. *Միտք յառաջանալ ʼի բնութիւն անհասիցն անկարող գոն, եւ զբանի բնութիւն զիարդապէս իմացելոցն գտանել հաւասարել անճառելի (յն.… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)