Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ὁππόϑι

См. также в других словарях:

  • οππόθι — ὁππόθι (Α) (επικ. τ.) επίρρ. βλ. οπόθι …   Dictionary of Greek

  • ὁππόθι — ὁπόθι indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὁππόθ' — ὁππόθι , ὁπόθι indeclform (adverb) ὁππότε , ὁπότε when epic (indeclform adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οπόθι — ὁπόθι και επικ. τ. ὁππόθι (Α) (ποιητ. τ.) επίρρ. 1. (σε πλάγ. ερώτ.) σε ποιο μέρος, πού («ὅπου, σάφα εἰπέμεν ὁππόθ ὤλωλεν», Ομ. Οδ.) 2. (αναφ.) εκεί που, όπου («ὁππόθι πιότατον πεδίον... ἔνθα... τέμενος ἑλέσθαι», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Το αναφορικό… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»