-
1 ὁμοιό-ρυσμος
ὁμοιό-ρυσμος, = ὁμόρυσμος, Hippocr.; ματέρι καὶ προπάτορι καὶ οὔλως τοῖς ὁμοιορύσμοις, Pempel. bei Stob. Floril. 79, 52.
1 ὁμοιό-ρυσμος
ὁμοιό-ρυσμος, = ὁμόρυσμος, Hippocr.; ματέρι καὶ προπάτορι καὶ οὔλως τοῖς ὁμοιορύσμοις, Pempel. bei Stob. Floril. 79, 52.