-
1 ὁμάκοοι
A fellow-hearers, fellow-students in the Pythagorean school, Iamb.VP17.73 :—hence [full] ὁμακοεῖον or [full] ὁμακόϊον, τό, the school of Pythagoreans, ib.6.30, Porph.VP20, Olymp.in Alc. p.132 C.:—also [full] ὁμάϊον, Hierocl. in CA27p.484M., Eust.856.63.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁμάκοοι
-
2 ὁμάκοοι
ὁμ-άκοοι, οἱ, die Zusammenhörenden, Lerngenossen, so nannten sich die Schüler des Pythagoras -
3 ομακόοις
-
4 ὁμακόοις
-
5 ομακόων
-
6 ὁμακόων
-
7 ὁμάϊον
См. также в других словарях:
ομάκοοι — ὁμάκοοι, οἱ (Α) (στους Πυθαγορείους) συνήκοοι, συνακροατές, συμμαθητές. [ΕΤΥΜΟΛ. < ομ(ο) * + άκοος (< ἀκούω), πρβλ. συν άκοος)] … Dictionary of Greek
ὁμακόοις — ὁμάκοοι fellow hearers masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμακόων — ὁμάκοοι fellow hearers masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ομ(ο)- — [ΑΜ ὁμ(ο) ] α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο επίθ. ὁμός και δηλώνει ότι: α) κάτι γίνεται μαζί, ταυτοχρόνως με κάτι άλλο (πρβλ. ομο βλαστώ, ομο βροντία, ομό δουπος, ομό ζευκτος, ομο θαμνώ) β) το δηλούμενο … Dictionary of Greek
ομακοείον — ὁμακοεῑον και ὁμακόϊον, τὸ (ΑΜ) [ομάκοοι] τόπος συνάθροισης και ακρόασης τών μαθητών τού Πυθαγόρα … Dictionary of Greek