Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ὁλκεῖον

См. также в других словарях:

  • ολκείον — ὁλκεῑον, δ. γρφ. ὁλκίον, επικ. τ. ὁλκήϊον, τὸ (Α) [ολκή] 1. το οπίσθιο μέρος τής πρύμνης τού πλοίου 2. μεγάλη λεκάνη μέσα στην οποία έπλεναν τα ποτήρια …   Dictionary of Greek

  • ὁλκεῖον — large bowl neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὁλκεῖα — ὁλκεῖον large bowl neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὁλκείων — ὁλκεῖον large bowl neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ολκήϊον — ὁλκήϊον, τὸ (Α) (επικ. τ.) βλ. ολκείον …   Dictionary of Greek

  • ολκαίος — ὁλκαῑος, αία, ον, ιων. τ. θηλ. ὁλκαίη (Α) [ολκή] 1. (για πλοίο) αυτός που σύρεται, που ρυμουλκείται 2. (για φίδι) αυτός που έρπει 3. (για δρόμο) οφιοειδής («ἕρπει ἀτραπὸν ὁλκαίην δολιχῷ μηρύγματι γαστρός», Νίκ.) 4. αλλεπάλληλος, διαδοχικός… …   Dictionary of Greek

  • όλκιον — ὅλκιον, τὸ (Α) βλ. ολκείον …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»