-
1 Ορθωσία
Ὀρθωσίᾱ, Ὀρθωσίαfem nom /voc /acc dualὈρθωσίᾱ, Ὀρθωσίαfem nom /voc sg (attic doric aeolic)——————Ὀρθωσίαι, Ὀρθωσίαfem nom /voc plὈρθωσίᾱͅ, Ὀρθωσίαfem dat sg (attic doric aeolic) -
2 ορθωσία
ὀρθωσίᾱ, ὀρθωσίαfem nom /voc /acc dualὀρθωσίᾱ, ὀρθωσίαfem nom /voc sg (attic doric aeolic)——————ὀρθωσίᾱͅ, ὀρθωσίαfem dat sg (attic doric aeolic) -
3 Ορθωσια
-
4 Ὀρθωσία
Ὀρθωσία cult title of Artemis in Sparta. ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίᾷ ἔγραψεν ἱεράν (codd.: Ὀρθωσίας Ahrens, metr. gr.) O. 3.30 -
5 ὀρθωσία
-
6 Ὀρθωσία
A = Ὀρθία, a name of Artemis, Pi.O.3.30, Hdt. 4.87, Lyc.1331, IG7.113 ([place name] Megara), 12(5).913.11 (Rhodian dedication at Tenos, ii B. C.); cf. ϝορθασία.II [full] Ὀρθώσιος, a name of Poseidon,Ποσειδῶνι Ἀσφαλείῳ καὶ Ὀ. Inscr.Délos 440
A61 (ii B. C.).2 Ὀ. Ζεύς, = Lat. Jupiter Stator, D.H.2.50.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Ὀρθωσία
-
7 ὀρθωσία
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὀρθωσία
-
8 ὀρθωσία
ὀρθωσία, ἡ, Beiname der Artemis -
9 ὀρθωσία
Βλ. λ. ορθωσία -
10 ὀρθωσίᾳ
Βλ. λ. ορθωσία -
11 Ὀρθωσία
Βλ. λ. Ορθωσία -
12 Ὀρθωσίᾳ
Βλ. λ. Ορθωσία -
13 Ορθωσίας
-
14 Ὀρθωσίας
-
15 ορθωσίας
-
16 ὀρθωσίας
-
17 Ορθωσίαν
-
18 Ὀρθωσίαν
-
19 ορθωσίαν
-
20 ὀρθωσίαν
- 1
- 2
См. также в других словарях:
Ὀρθωσία — Ὀρθωσίᾱ , Ὀρθωσία fem nom/voc/acc dual Ὀρθωσίᾱ , Ὀρθωσία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρθωσία — ὀρθωσίᾱ , ὀρθωσία fem nom/voc/acc dual ὀρθωσίᾱ , ὀρθωσία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρθωσίᾳ — ὀρθωσίᾱͅ , ὀρθωσία fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀρθωσίᾳ — Ὀρθωσίαι , Ὀρθωσία fem nom/voc pl Ὀρθωσίᾱͅ , Ὀρθωσία fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ορθωσία — Όνομα δύο αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Φοινίκης, στις εκβολές του ποταμού Ελεύθερου, ο οποίος ήταν το φυσικό σύνορο της Σελευκίδας με τη Φοινίκη και την Κοίλη Συρία. Επειδή στη διάρκεια του τρίτου Συριακού πόλεμου (247 239 π.Χ.) η πόλη αυτή… … Dictionary of Greek
ορθωσία — Όνομα δύο αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Φοινίκης, στις εκβολές του ποταμού Ελεύθερου, ο οποίος ήταν το φυσικό σύνορο της Σελευκίδας με τη Φοινίκη και την Κοίλη Συρία. Επειδή στη διάρκεια του τρίτου Συριακού πόλεμου (247 239 π.Χ.) η πόλη αυτή… … Dictionary of Greek
Ὀρθωσίας — Ὀρθωσίᾱς , Ὀρθωσία fem acc pl Ὀρθωσίᾱς , Ὀρθωσία fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρθωσίας — ὀρθωσίᾱς , ὀρθωσία fem acc pl ὀρθωσίᾱς , ὀρθωσία fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀρθωσίαν — Ὀρθωσίᾱν , Ὀρθωσία fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρθωσίαν — ὀρθωσίᾱν , ὀρθωσία fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀρθωσιέων — Ὀρθωσία fem gen pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)