Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ὀμφαλοειδής

См. также в других словарях:

  • ομφαλοειδής — ές (ΑΜ ὀμφαλοειδής, ές) αυτός που μοιάζει με ομφαλό κατά το σχήμα, ο στρογγυλός σαν τον ομφαλό, ο ομφαλωτός. επίρρ... ομφαλοειδώς με σχήμα όμοιο με τού ομφαλού. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀμφαλός + ειδής*] …   Dictionary of Greek

  • ὀμφαλοειδεῖς — ὀμφαλοειδής like a navel masc/fem acc pl ὀμφαλοειδής like a navel masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀμφαλοειδοῦς — ὀμφαλοειδής like a navel masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -ειδής — ές (είδος*) β συνθετικό επιθέτων και απλή παραγωγική κατάληξη, που δηλώνει ότι το ουσιαστικό το οποίο προσδιορίζεται από το επίθετο έχει τη μορφή που δηλώνει το α συνθετικό. Εμφανίζεται σε μεγάλο αριθμό σύνθετων λέξεων στη Νέα Ελληνική, έναντι… …   Dictionary of Greek

  • ομφάλιος — α, ο (ΑΜ ὀμφάλιος, ία, ον) [ομφαλός] το ουδ. ως ουσ. το ομφάλιον (στο Βυζ.) στρογγυλή πλάκα από χρωματιστό μάρμαρο που τοποθετείται στο κέντρο τού μωσαϊκού ή μαρμάρινου δαπέδου αιθουσών, ναών κ.λπ. νεοελλ. 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον… …   Dictionary of Greek

  • ομφαλός — ο (ΑΜ ὁμφαλός) 1. οπή τής κοιλιάς τού εμβρύου για τη δίοδο τών ομφαλικών αγγείων, στην περιφέρεια τής οποίας προσφύεται το περίβλημα τού ομφάλιου λώρου 2. το μέσο τού σώματος (α. «από τον ομφαλό και πάνω» β. «γυμνὰς δὲ ὀμφαλοῡ μέχρι θεώμενος τὰς… …   Dictionary of Greek

  • ομφαλώδης — ες (Α ὀμφαλώδης, ῶδες) [ομφαλός] ομφαλοειδής το αρσ. ως ουσ. ο ομφαλώδης βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών τής οικογένειας βοραγινίδες, στο οποίο ανήκουν 24 περίπου είδη τής περιοχής τής Μεσογείου και τού Μεξικού …   Dictionary of Greek

  • ροδακινιά — (ροδακινέα η κοινή ή προύνος ο περσικός). Οπωροφόρο δέντρο της υποοικογένειας των προυνοειδών, της οικογένειας των Ροδιδών (δικοτυλήδονα). Δέντρο μέτριων διαστάσεων, ύψους έως 4 μ., έχει βλαστούς που ανοίγουν προς τα έξω και φύλλα βραχύμισχα,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»