Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὀλεσισιαλοκάλαμος

См. также в других словарях:

  • ολεσισιαλοκάλαμος — ὀλεσισιαλοκάλαμος, ον (Α) (για αυλό) αυτός που είναι κατασκευασμένος από καλάμι και εξαντλεί το σάλιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ολεσι τού ὄλλυμι «καταστρέφω» + σίαλον + κάλαμος] …   Dictionary of Greek

  • κάλαμος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του ποταμού Μαιάνδρου και φίλος μίας των Ωρών και του Καρπού, γιου του Ζέφυρου. Όταν κάποια μέρα, ενώ κολυμπούσαν και οι τρεις στα νερά του Μαιάνδρου, ο Καρπός πνίγηκε, ο Κ. ζήτησε από τον πατέρα του vα ακολουθήσει …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»