-
1 οκτωκαιδεκαπηχυς
См. также в других словарях:
οκτωκαιδεκάπηχυς — ὀκτωκαιδεκάπηχυς, υ (Α) αυτός που έχει μήκος ίσο με δεκαοκτώ πήχεις. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτωκαίδεκα «δεκαοκτώ» + πῆχυς] … Dictionary of Greek
1 οκτωκαιδεκαπηχυς
οκτωκαιδεκάπηχυς — ὀκτωκαιδεκάπηχυς, υ (Α) αυτός που έχει μήκος ίσο με δεκαοκτώ πήχεις. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτωκαίδεκα «δεκαοκτώ» + πῆχυς] … Dictionary of Greek