Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

Ἴσεως

См. также в других словарях:

  • Ἴσεως — Ἴ̱σεω̆ς , Ἶσις plant fem gen sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρέγκλισις — ίσεως, ἡ, ΜΑ [παρεγκλίνω] 1. πλάγια κλίση, λοξή διεύθυνση («κινεῑσθαι τὰ ἄτομα τοτὲ μὲν κατὰ στάθμην, τοτὲ δὲ κατὰ παρέγκλισιν», Επίκ.) 2. αλλοίωση, μεταβολή 3. κάμψη τής μήτρας μσν. 1. απομάκρυνση, αποχωρισμός 2. επάνοδος σε προηγούμενη… …   Dictionary of Greek

  • παρέκτισις — ίσεως, ἡ, Μ εξιλέωση. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + ἔκτισις «απότιση, πληρωμή»] …   Dictionary of Greek

  • περίκλισις — ίσεως, ἡ, Α [περικλίνω] 1. κλίση προς όλες τις πλευρές 2. αστρον. (για αστέρα) απόκλιση …   Dictionary of Greek

  • περίσχισις — ίσεως, ἡ, Α [περισχίζω] περισχισμός* …   Dictionary of Greek

  • περικάθισις — ίσεως, ἡ, Α [περικαθίζω] 1. το να κάθεται κανείς γύρω από κάτι 2. πολιορκία …   Dictionary of Greek

  • περικύλισις — ίσεως, ἡ, Α [περικυλίω] η γύρω γύρω κύλιση, περιστροφή …   Dictionary of Greek

  • περινότισις — ίσεως, ἡ, Α [περινοτίζω] το να περιβρέχεται κάτι …   Dictionary of Greek

  • περιόρισις — ίσεως, ἡ, Μ [περιορίζω] περιορισμός, απαγόρευση μετακινήσεων …   Dictionary of Greek

  • πλουμάρισις — ίσεως, ἡ, Α [πλουμάριος] διακόσμηση με κεντήματα …   Dictionary of Greek

  • πλώϊσις — ΐσεως, ἡ Μ [πλωΐζω] η μεταφορά εμπορευμάτων διά θαλάσσης …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»