-
1 Ίσανδροι
-
2 Ἴσανδροι
-
3 ίσανδροι
-
4 ἴσανδροι
См. также в других словарях:
Ἴσανδροι — Ἴσανδρος masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἴσανδροι — ἴσανδρος like a man masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ANTIANIRA — mater Euryli et Echionis. Apollonius l. 1. Τὼ δ᾿ αὖτ᾿ ἐκγεγάτην Μενετήϊδος Ἀντιανείρης. Hesych. Ἀντιάνειραι, Ἀρίςταρχος ἴσανδροι. τὸ δὲ ἐπίθετον τῶν Ἀμαζόνων, ἤτοι διότι ἀνδράσιν ἠναντιοῦντο οὐ θέλουσαι ἀυτοῖς συνευναςθῆναι … Hofmann J. Lexicon universale