Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Ἴλον

См. также в других словарях:

  • Ἴλον — Ἴλος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἶλον — Ἶ̱λον , Ἶλος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρόμβιλον — Α (κατά τον Ησύχ.) «περιδεδινημένον». [ΕΤΥΜΟΛ. < στρόμβος + κατάλ. ιλον (πρβλ. πέδ ιλον)] …   Dictionary of Greek

  • πτίλο — το / πτίλον, ΝΜΑ, και δωρ. τ. ψίλον Α το πούπουλο (α. «πτίλα πτερά απαλά», Ησύχ. β. «πτίλον κύκνειον», Σοφ.) αρχ. 1. το χνούδι, τα πρώτα γένια στο πρόσωπο νεαρού ατόμου 2. τα φτερά τού λοφίου τής περικεφαλαίας 3. η φτερούγα τών εντόμων 4. πληθ.… …   Dictionary of Greek

  • όμιλος — ο (ΑΜ ὅμιλος, Α αιολ. τ. ὄμιλλος) συγκεντρωμένο πλήθος προσώπων («τοῡτ ἔπος γυναικοπληθὴς ὅμιλος», Αισχύλ.) νεοελλ. 1. σύλλογος, σωματείο, αδελφότητα (α. «ναυτικός όμιλος» β. «ιππικός όμιλος») 2. (οικον.) σύνολο επιχειρήσεων διαφόρων κλάδων που… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»