-
1 Ισπανίαν
-
2 Ἱσπανίαν
-
3 Ἱσπανία
Ἱσπᾱνία, ἡ,A Spain, Mon.Anc.Gr.16.1, Str.3.4.19, Agathem.7;ἀπὸ τῆς Ἰβηρίας ἢ Ἱσπανίας ἢ ὅπως ἄν τις ὀνομάζειν ἐθέλῃ Gal.12.388
; τὴν Ἰβηρίαν τε καὶ Σπανίαν (v.l. Ἱσπανίαν) ὀνομαζομένην Id.6.613, cf. 12.428, D.S.5.37.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Ἱσπανία
См. также в других словарях:
Ἱσπανίαν — Ἱσπανίᾱν , Ἱσπανία Spain fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)