Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

Ἱππόδᾰμος

См. также в других словарях:

  • ιππόδαμος — ἱππόδαμος, ον (Α) 1. (κυρίως επίθ. ηρώων) ιπποδαμαστής* («ἱππόδαμοι ἥρωες», Πίνδ.) 2. (το αρσ. ως κύριο όν.) Ίππόδαμος περίφημος Μιλήσιος αρχιτέκτονας και πατέρας τής πολεοδομίας που η ακμή του συμπίπτει με τα μέσα τού 5ου π.Χ. αιώνα, έζησε και… …   Dictionary of Greek

  • Ἱππόδαμος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱππόδαμος — tamer of horses masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ιππόδαμος ο Μιλήσιος — (5ος αι. π.Χ.). Αρχιτέκτονας και πολεοδόμος. Θεωρείται ο εισηγητής του πολεοδομικού σχεδίου, σύμφωνα με το οποίο οι δρόμοι των πόλεων τέμνονται κάθετα μεταξύ τους. Ένα τέτοιο παράδειγμα ήταν η πόλη του Πειραιά, όπου η αγορά ονομάστηκε προς τιμήν… …   Dictionary of Greek

  • ἱππόδαμον — ἱππόδαμος tamer of horses masc/fem acc sg ἱππόδαμος tamer of horses neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἱπποδάμοιο — Ἱππόδαμος masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποδάμοιο — ἱππόδαμος tamer of horses masc/fem/neut gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἱπποδάμοις — Ἱππόδαμος masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποδάμοις — ἱππόδαμος tamer of horses masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἱπποδάμοισι — Ἱππόδαμος masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποδάμοισι — ἱππόδαμος tamer of horses masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»