Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

Ἰνωπός

См. также в других словарях:

  • Ἰνωπός — warden of the I. masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἰνωποῖο — Ἰνωπός warden of the I. masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἰνωποῦ — Ἰνωπός warden of the I. masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἰνωπῷ — Ἰνωπός warden of the I. masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἰνωπόν — Ἰνωπός warden of the I. masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ДЕЛОС —    • Delos,          Δη̃λος, н. Дили, самый малый из Кикладских островов, но приобретший громкую славу и считавшийся священным, как место рождения Аполлона и Артемиды. У поэтов он называется также Κυνθία, Όρτυγία, Χλαμυδία. Главное возвышение на… …   Реальный словарь классических древностей

  • Ινωποφύλαξ — Ἰνωποφύλαξ, ακος, ὁ (Α) επίγρ. ο φύλακας τού ποταμού Ινωπού. [ΕΤΥΜΟΛ. < Ινωπός + φύλαξ] …   Dictionary of Greek

  • δήλος — Μικρό (μέγιστο μήκος 6 χλμ., μέγιστο πλάτος 1,3 χλμ.) άγονο νησί, που βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο των Κυκλάδων (6 μίλια από τη Μύκονο). Ο παράλιος ομώνυμος οικισμός (14 κάτ., υπάλληλοι της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας) υπάγεται διοικητικά στον δήμο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»