-
1 Ἰλοραίστης
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Ἰλοραίστης
-
2 Ἰλιορραίστης
A f.l. for Ἰλοραίστης (q.v.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Ἰλιορραίστης
См. также в других словарях:
Ιλοραίστης — Ἰλοραίστης και δωρ. τ. Ἰλοραίστας, ὁ (Α) αυτός που καταστρέφει τους Τρώες. [ΕΤΥΜΟΛ. < κύριο όν. Ἴλος + ραίστης (< ραίω «συντρίβω»), πρβλ. ανθρωπο ραίστης, λυκο ραίστης] … Dictionary of Greek