Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἱππ-ᾰγωγός

См. также в других словарях:

  • κυφαγωγός — κυφαγωγός, όν (Α) φρ. «κυφαγωγὸς ἵππος» ίππος που βαδίζει με κυρτό τον αυχένα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κυφός + αγωγός (< ἄγω), πρβλ. ιππ αγωγός, χαλιν αγωγός] …   Dictionary of Greek

  • ιππαγωγός — ό (ΑΜ ἱππαγωγός, όν) αυτός που μεταφέρει ίππους («ἱππαγωγὰ πλοῑα», Ηρόδ.) μσν. το αρσ. ως ουσ. ὁ ἱππαγωγός αυτός που φρόντιζε τους ίππους αρχ. 1. ως κύριο όν. Ἱππαγωγὸς ονομασία πλοίου 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ ἱπππαγωγός (ενν. ναῡς ή τριήρης) το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»