Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἱππόκαμπος

См. также в других словарях:

  • ἱππόκαμπος — monster with horse s body and fish s tail masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιππόκαμπος — I (Ιατρ.).Δομή στον εγκέφαλο, που βρίσκεται στο έδαφος των κατώτερων κεράτων των πλαγίων κοιλιών του και πιστεύεται ότι σχετίζεται με τη μνήμη. II (Ζωολ.). Τελεόστεο ψάρι της οικογένειας των συγγναθιδών. Στη Μεσόγειο ζουν δύο είδη, όμοια μεταξύ… …   Dictionary of Greek

  • ιππόκαμπος — ο 1. μικρό ψάρι που το κεφάλι του μοιάζει με το κεφάλι αλόγου και το σώμα του με της κάμπιας, αλλ. αλογάκι της θάλασσας. 2. εξοχή της εγκεφαλικής ουσίας στη ρινική περιοχή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Гиппокамп — (Ίππόκαμπος) баснословное морское животное, имеющее вид коня и оканчивающееся рыбьим хвостом. На памятниках искусства Г. часто изображаются запряженными в колесницы морских божеств, или несущими их на своих хребтах (напр. на изв. фризе,… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • ἱπποκάμπου — ἱππόκαμπος monster with horse s body and fish s tail masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποκάμπους — ἱππόκαμπος monster with horse s body and fish s tail masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποκάμπων — ἱππόκαμπος monster with horse s body and fish s tail masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱππόκαμποι — ἱππόκαμπος monster with horse s body and fish s tail masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱππόκαμπον — ἱππόκαμπος monster with horse s body and fish s tail masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιπποκάμπιον — ἱπποκάμπιον, τὸ (Α) 1. υποκορ. τού ιππόκαμπος* 2. είδος σκουλαρικιών. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππόκαμπος + υποκορ. κατάλ. ιον (πρβλ. ιμάντ ιον, κεράσ ιον)] …   Dictionary of Greek

  • συγγναθίδες — (Sygnathidae). Οικογένεια τελεόστεων ψαριών από τα οποία τα σπουδαιότερα είδη είναι ο ιππόκαμπος, γνωστό και ως αλογάκι της θάλασσας, και ο σύγγναθος (sygnathus). Ζει σε όλες σχεδόν τις θάλασσες και αριθμεί 50 περίπου είδη. Ο σ. έχει σώμα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»