-
1 ιδρύμασι
-
2 ἱδρύμασι
См. также в других словарях:
ἱδρύμασι — ἱδρύ̱μασι , ἵδρυμα establishment neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ιδρύμασι
2 ἱδρύμασι
ἱδρύμασι — ἱδρύ̱μασι , ἵδρυμα establishment neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)