-
1 ισοπεριμέτρου
-
2 ἰσοπεριμέτρου
См. также в других словарях:
ἰσοπεριμέτρου — ἰσοπερίμετρος of equal perimeter masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μέγιστα και ελάχιστα — Έστω μια πραγματική συνάρτηση f, ορισμένη σε ένα υποσύνολο I του συνόλου των πραγματικών αριθμών. Ένας πραγματικός αριθμός m θα λέμε ότι είναι το ολικό μέγιστο ή αντίστοιχα το ολικό ελάχιστο της f, αν και μόνον αν για κάθε x∈Ι ισχυει: f(x) ≤ m,… … Dictionary of Greek