Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἰουλίς

См. также в других словарях:

  • ἰουλίς — rainbow wrasse fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιουλίς — Μία από τις τέσσερις αρχαίες πόλεις της Κέας. Υπήρξε πατρίδα των ποιητών Βακχυλίδη και Σιμωνίδη του Κείου, του γιατρού Ερασίστρατου και του φιλοσόφου Αρίστωνα. * * * η (Α ἰουλίς) [ίουλος] νεοελλ. γένος ακανθοπτερύγιων ψαριών που περιλαμβάνει… …   Dictionary of Greek

  • ἰουλίδα — ἰουλίς rainbow wrasse fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίδας — ἰουλίς rainbow wrasse fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίδες — ἰουλίς rainbow wrasse fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίδι — ἰουλίς rainbow wrasse fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίδος — ἰουλίς rainbow wrasse fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίδων — ἰουλίς rainbow wrasse fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίσι — ἰουλίς rainbow wrasse fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίσιν — ἰουλίς rainbow wrasse fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ίουλος — I (Βοτ.). Χαρακτηριστική ταξιανθία σε μορφή τσαμπιού, που αποτελείται γενικά από μονογενή άνθη, συχνότερα αρσενικά. Ο ί. ταξινομείται στις απλές βοτρυώδεις ταξιανθίες και αποτελεί υποκατηγορία της ταξιανθίας στάχυς. Τα άνθη που συγκροτούν τον ί.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»