Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἰνία

См. также в других словарях:

  • ινία — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 400 μ., 157 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κόφινα. * * * ἡ ζωολ. γένος ποταμήσιων δελφινιών τής οικογένειας platanistidae …   Dictionary of Greek

  • ἰνία — ἰ̱νία , ἰνίον occipital bone neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • List of cities, towns and villages in Cyprus — Map of Cyprus Nicosia, Capital of …   Wikipedia

  • Λένινσκ-Κουζνέτσκι — (Leninsk Kuznetsky). Πόλη (111.000 κάτ. το 2003) της Ρωσίας, στην επαρχία Κεμέροβο. Βρίσκεται στην κεντρική Σιβηρία και είναι χτισμένη εκατέρωθεν του Ίνια, παραποτάμου του Ομπ. Αποτελεί ένα από τα γαιανθρακοφόρα κέντρα του Κουζνέτσκ. Στην περιοχή …   Dictionary of Greek

  • Ομπ — (αγγλ. Ob River). Ποταμός (4.016 χλμ.) της δυτικής Σιβηρίας, που περιλαμβάνεται ολόκληρος στη Ρωσική Δημοκρατία και εκβάλλει στη θάλασσα του Κάρα. Ρέει με διεύθυνση από ΝΑ ΒΔ, έχοντας μέση παροχή στις εκβολές του 12.500 κ.μ./δευτ. και λεκάνη… …   Dictionary of Greek

  • Στόλοι — Ημιορεινός οικισμός (422 κάτ., υψόμ. 280 μ.), στην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (13 τ. χλμ., 588 κάτ.), στην οποία ανήκουν και άλλοι δύο μικρότεροι οικισμοί, τα Ίνια (166 κάτ., υψόμ. 400 μ.) και ο… …   Dictionary of Greek

  • Δελφίνι' — Δελφ̱ίνια , Δελφίνιον temple of Apollo Delphinios neut nom/voc/acc pl Δελφίνιε , Δελφίνιος festival of Apollo D. masc voc sg Δελφίνια , Δελφινία fem nom/voc sg Δελφίνιαι , Δελφινία fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δελφίνια — Δελφ̱ίνια , Δελφίνιον temple of Apollo Delphinios neut nom/voc/acc pl Δελφινία fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κἀκροθίνια — ἀκροθ̱ίνια , ἀκροθίνιον topmost neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τἀκροθίνια — ἀκροθ̱ίνια , ἀκροθίνιον topmost neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκροθίνι' — ἀκροθ̱ίνια , ἀκροθίνιον topmost neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»