-
1 ιθαραίς
-
2 ἰθαραῖς
-
3 ἰθαρός
См. также в других словарях:
ἰθαραῖς — ἰθαρός cheerful fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ιθαραίς
2 ἰθαραῖς
3 ἰθαρός
ἰθαραῖς — ἰθαρός cheerful fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)