Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἰδιόγραφος

См. также в других словарях:

  • ἰδιόγραφος — written with one s own hand masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιδιόγραφος — η, ο (ΑΜ ιδιόγραφος, ον) 1. αυτός που γράφηκε ιδιοχείρως από κάποιον, ο αυτόγραφος («ιδιόγραφη διαθήκη») 2. το ουδ. ως ουσ. το ιδιόγραφο(ν) το αυτόγραφο μσν. αρχ. 1. αυτός που γράφηκε ειδικά για κάποιον ή για κάτι («ψαλμός ἰδιόγραφος εἰς Δαυΐδ»,… …   Dictionary of Greek

  • ιδιόγραφος, -η — ο επίρρ. α γραμμένος με τα ίδια τα χέρια κάποιου: Ιδιόγραφη διαθήκη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἰδιόγραφον — ἰδιόγραφος written with one s own hand masc/fem acc sg ἰδιόγραφος written with one s own hand neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰδιογράφους — ἰδιόγραφος written with one s own hand masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰδιογράφων — ἰδιόγραφος written with one s own hand masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιδιο- — α συνθετικό λέξεων που σημαίνει: α) ιδιαιτερότητα («ιδιόμορφος», «ιδιοφυής») β) χωριστή, μεμονωμένη κατάσταση («ιδιόλεκτος», «ιδιόγλωσσος») γ) κτήση («ιδιοκτήτης», «ιδιόβουλος») δ) αυτενέργεια ή το αποτέλεσμά της («ιδιόγραφος», «ιδιόχειρος») βλ.… …   Dictionary of Greek

  • -γραφος — β συνθετικό μεγάλου αριθμού συνθέτων τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής, το οποίο προήλθε είτε από το ουσ. γραφή* είτε απευθείας από το ρ. γράφω*. Από τα σύνθετα αυτά, 250 περίπου είναι της αρχαίας γλώσσας, από τα οποία κανένα δεν απαντά …   Dictionary of Greek

  • ιδιογραφία — ἰδιογραφία, ἡ (Α) [ιδιόγραφος] το αυτόγραφο …   Dictionary of Greek

  • ολόγραφος — η, ο (ΑΜ ὁλόγραφος, ον) 1. (για λέξη) γραμμένος με όλα τα γράμματα, δηλ. όχι συντετμημένα ή με τα αρκτικά της 2. γραμμένος εξ ολοκλήρου από το χέρι τού συγγραφέα, ιδιόγραφος («ὡς καὶ τοῡτο ὁλόγραφοι δηλοῡσιν αὐτοῡ πρὸ τῶν τόμων ἐπισημειώσεις»,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»