-
1 ἰαμβειογράφος
ἰαμβειο-γράφος, ὁ, der Jambenschreiber, u. daher Schreiber eines Schmähgedichtes -
2 ἰαμβειο-φάγος
ἰαμβειο-φάγος, ὁ, der Jambenfresser, Spottname eines Schauspielers, der viel jambische Verse auswendig lernen u. hersagen muß, oder die Verse schlecht hersagt (B. A. 190, 9 τὸν πταίοντα), Dem. 18, 139, mit der v. l. ἰαμβειογράφος u. ἰαμβειομάχος; bei B. A. 265, 31 wird ἰαμβοφάγος erkl. ὁ ἐν τῷ στόματι ἔχων ἰάμβους, ὁ λοίδορος, E. M. ὑβριστής.
-
3 ἰαμβο-γράφος
ἰαμβο-γράφος, = ἰαμβειογράφος, E. M.
См. также в других словарях:
ιαμβειογράφος — ἰαμβειογράφος, ὁ (Α) βλ. ιαμβειοφάγος … Dictionary of Greek
-γραφος — β συνθετικό μεγάλου αριθμού συνθέτων τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής, το οποίο προήλθε είτε από το ουσ. γραφή* είτε απευθείας από το ρ. γράφω*. Από τα σύνθετα αυτά, 250 περίπου είναι της αρχαίας γλώσσας, από τα οποία κανένα δεν απαντά … Dictionary of Greek