Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἥλατο

См. также в других словарях:

  • ἠλᾶτο — ἀλάομαι wander imperf ind mp 3rd sg (attic epic ionic) ἐλαύνω drive imperf ind mp 3rd sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἥλατο — ἅλλομαι sal aor ind mid 3rd sg ἅλλομαι sal aor ind mid 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἠλᾶτ' — ἠλᾶτο , ἀλάομαι wander imperf ind mp 3rd sg (attic epic ionic) ἠλᾶτο , ἐλαύνω drive imperf ind mp 3rd sg (epic) ἠλᾶτε , ἐλαύνω drive imperf ind act 2nd pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἥλατ' — ἥλατο , ἅλλομαι sal aor ind mid 3rd sg ἥλατο , ἅλλομαι sal aor ind mid 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • POLOGRAPHIA — Graece Πολογραφία inter opera Astronomica Democriti, recensetur a Laertio in Vita eius: quâ voce intelligitur descriptio πόλων καὶ ἀναλημμάτων ςκιοθηρικῶν, polorum et analemmatum sciothericorum. Nempe veteres Graeci Πόλον primitus dixêre caelum… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • άλλομαι — ἅλλομαι (Α) 1. (για έμψυχα και άψυχα) αναπηδώ, σκιρτώ, τινάζομαι 2. υπερβαίνω, υπερπηδώ 3. (για ήχο) ξεπηδώ, αντηχώ 4. (για μέλη τού ανθρώπινου σώματος) πάλλομαι, τρέμω 5. φρ. «ἅλλομαι ἐπί τινι», εφορμώ, επιτίθεμαι εναντίον κάποιου 6. στη… …   Dictionary of Greek

  • ποδήλατο — Όχημα με δύο τροχούς ίσης διαμέτρου, εφοδιασμένους με ελαστικά και τοποθετημένους σε μεταλλικό πλαίσιο. Το π. κινείται από τη μυϊκή δύναμη των ποδιών του ατόμου το οποίο το χρησιμοποιεί. Η δύναμη προώθησης μεταδίδεται στον πίσω τροχό με μια… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»