-
1 Ηφαιστοτεύκτοις
-
2 Ἡφαιστοτεύκτοις
-
3 ηφαιστοτεύκτοις
-
4 ἡφαιστοτεύκτοις
См. также в других словарях:
Ἡφαιστοτεύκτοις — Ἡφαιστότευκτος wrought by Hephaestus masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡφαιστοτεύκτοις — ἡφαιστότευκτος wrought by Hephaestus masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)