-
141 ναίω
ναίω (ναίω, -εις, -ει, -ετε, -οισι; ναίων, -οντες, -οντας; ναίειν: impf. ἔναι(ε), ἔναιεν: aor. ἔνασσεν, -αν.)1 dwell in, on, amonga of people c. acc.Ζεῦ, Κρόνιον ναίων λόφον O. 5.17
τρίπολιν νᾶσον ναίοντας the family of Diagoras O. 7.19Δόρυκλος Τίρυνθα ναίων πόλιν O. 10.68
αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν Χάριτες O. 14.2
εἰ δὲ σώφρων ἄντρον ἔναἰ ἔτι Χίρων P. 3.63
ἐπεὶ τίνα πάτραν, τίνα οἶκον ναίων ὀνυμάξεαι ἐπιφανέστερον (ναίοντ, τ' ἀίων v. l. ap. Σ.) P. 7.6Στροφίον ἐξίκετο Παρνασσοῦ πόδα ναίοντ P. 11.36
ἅ τ' ὄχθαις ἔπι μηλοβότου ναίεις Ἀκράγαντος ἐύδματον κολώναν P. 12.3
ἐν τίν κ' ἐθέλοι εὐτυχῶς ναίειν προγόνων ἐυκτήμονα ζαθέαν ἄγυιαν N. 7.91
Οὔλυμπον θέλεις λτ;ναίειν ἐμοὶ> (supp. Boeckh, lacunam explens.) N. 10.84 τάνδε πόλιν θεοφιλῆ ναίοισι the family of Lampon I. 6.66 ναίω Θραικίαν γαῖαν a chorus of Abderitans speaks Πα. 2. 2. ἤτοι καὶ ἐγὼ σκόπελον ναίων διαγινώσκομαι a chorus of Keans speaks Pae. 4.21 c. prep. ἐν τᾷ γὰρ Εύνομία ναίει (sc. Κορίνθῳ) O. 13.6ἔκγονοι ὄχθαις ὕπο Ταυγέτου ναίοντες P. 1.64
μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής (sc. Βάττος) P. 5.95 νῦν δὲ πὰρ Αἰγιόχῳ κάλλιστον ὄλβον ἀμφέπων ναίει ( Ἡρακλέης) I. 4.59 μνάσει δὲ καί τινα ναίο[ν]θ' ἑκὰς ἡρωίδος θεαρίας (supp. Snell.) Pae. 14.35 met. ἐν δ' ἄρα καὶ Τενέδῳ Πειθώ τ ἔναιεν καὶ Χάρις υἱὸν Ἁγησίλα (loc. susp.) fr. 123. 14.b of things. δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων Καφισίδος ἐν τεμένει ( νάοισι Theon) P. 12.262 aor. in causal sense.a make to dwell, settle Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους Αἰγιμιοῦ τε (sc. Ἀπόλλων) P. 5.71b make habitable, settle Εὔβοιαν ἕλον καὶ ἔνασσαν (sc. οἱ ἀπ' Ἀθηνῶν Ἴωνες) Pae. 5.363 ]γα ναλτ;ίγτ;ειν το[ (supp. Snell) Πα... ναιο[ P. Oxy. 659c.
См. также в других словарях:
Ἡρακλεής — Ἡρακλέης like Heracles masc nom sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλέης — Ἡράκλεα fem gen sg (epic ionic) Ἡρακλέης like Heracles masc nom sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλεῖ — Ἡρακλέης like Heracles masc dat sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλῆς — Ἡρακλέης like Heracles masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλέει — Ἡρακλέης like Heracles masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλέεος — Ἡρακλέης like Heracles masc gen sg (attic epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλέευς — Ἡρακλέης like Heracles masc gen sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλέους — Ἡρακλέης like Heracles masc gen sg (attic epic doric ionic) Ἡρακλέων masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡράκλεες — Ἡρακλέης like Heracles masc voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡράκλεις — Ἡρακλέης like Heracles masc voc sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡράκλεος — Ἡρακλέης like Heracles masc gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)