Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἡρώϊσσα

См. также в других словарях:

  • ηρώισσα — η (Α ἡρώισσα και συνηρ. τ. ἡρῷσσα) ηρωίδα νεοελλ. το πρωτεύον γυναικείο πρόσωπο ενός λογοτεχνικού έργου («και τής ηρώισσας κάποιου βιβλίου ρομαντικού», Παλαμ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ήρως + κατάλ. ισσα (πρβλ. βασίλ ισσα)] …   Dictionary of Greek

  • ἡρώισσα — ἡρῴ̱σσᾱ , ἡρῷσσα fem nom/voc/acc dual ἡρωίζω write heroic verse aor ind act 1st sg (epic) ἡρωίζω write heroic verse aor ind act 1st sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -ισσα — (ΑΜ ισσα) αρχικά < * ik yă στα θηλυκά ορισμένων εθνικών ονομάτων (πρβλ. Φοῑνιξ, θηλ. Φοίνισσα < *Φοίνικ yα, Κίλιξ, θηλ. Κίλισσα < *Κίλικ yα). Η κατάλ. ισσα εμφανίζεται σπάνια μέχρι και τους κλασικούς χρόνους είτε ως προϊόν αναλογίας… …   Dictionary of Greek

  • ήρωας — Mυθικό ον, στο οποίο αποδιδόταν λατρεία στην αρχαία ελληνική θρησκεία. Ο ή. διακρινόταν από τη θεότητα, γιατί τον θεωρούσαν θνητό και μόνο μετά τον θάνατό του –έναν θάνατο συχνά ασυνήθιστο– αποκτούσε την ικανότητα να βοηθάει στις ανάγκες τους… …   Dictionary of Greek

  • ήρως — ἥρως, ὁ, θηλ. ἡρωΐς και ἡρώισσα και ἡρῷσσα και ἡρωΐνη (AM) βλ. ήρωας …   Dictionary of Greek

  • ηρώσσα — ἡρῷσσα (Α) βλ. ηρώισσα …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»