Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἡνιοχῆς

См. также в других словарях:

  • ἡνιοχῆς — ἡνιοχέω hold the reins pres ind act 2nd sg (doric) ἡνιοχεύς the constellation Auriga masc nom pl (epic) ἡνιοχεύς the constellation Auriga masc nom/voc pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡνιόχης — Ἡνιόχη fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡνιόχης — ἡνιόχη fem gen sg (attic epic ionic) ἡνιοχέω hold the reins imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἡνιοχέω hold the reins imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πύρρα — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του Επιμηθέα και της Πανδώρας, σύζυγος του Δευκαλίωνα, μητέρα του Έλληνα, του Άμφικτίονα και της Πρωτογένειας. 2. Κόρη του Κρέοντα, βασιλιά της Θήβας, και αδελφή της Ηνιόχης. 3. Άλλη ονομασία της Δηιδάμειας,… …   Dictionary of Greek

  • Θήβα — Πόλη (υψόμ. 180 μ., 21.211 κάτ.) του νομού Βοιωτίας, έδρα του δήμου Θηβαίων και, παλαιότερα (έως το 1997), της ομώνυμης επαρχίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, σε ίση απόσταση από τον Ευβοϊκό και τον Κορινθιακό κόλπο, στο κέντρο μιας… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»