Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἡμιδακτύλιον

См. также в других словарях:

  • ημιδακτύλιον — ἡμιδακτύλιον, τὸ (Α) επιγρ. μισός δάκτυλος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + δακτύλ ιον] …   Dictionary of Greek

  • ἡμιδακτύλιον — half finger s breadth neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡμιδακτυλίου — ἡμιδακτύλιον half finger s breadth neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡμιδακτυλίων — ἡμιδακτύλιον half finger s breadth neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ημι- — (AM ἡμι ) αχώριστο πρόθημα ως α συνθετικό λέξεων τής αρχ., μσν. και νεοελλ. γλώσσας που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι: α) το μισό, ως προς το ποσό (πρβλ. ημισέληνος, ημισφαίριο) β) κάτι το ελλιπές, μη τελειωμένο,… …   Dictionary of Greek

  • πενθημιδακτύλιος — ον, Α αυτός που έχει πλάτος ίσο με δυόμισυ δακτύλους. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα * + ἡμιδακτύλιον] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»