-
1 ημεροκατάλλακτον
-
2 ἡμεροκατάλλακτον
-
3 ἡμεροκαλλές
A Martagon lily, Lilium Martagon, Cratin.98.5, Thphr.HP6.1.1, 6.6.11, Dsc.3.122:—also [full] ἡμεροκατάλλακτον, τό, ibid.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἡμεροκαλλές
См. также в других словарях:
ημεροκατάλλακτον — ἡμεροκατάλλακτον, τὸ (Α) το ημεροκαλλές*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημερ(ο) * + κατάλλακτον, ουδ. τού κατάλλακτος (< κατ αλλάσσω), πρβλ. α κατ άλλακτος, εύ κατ άλλακτος] … Dictionary of Greek
ἡμεροκατάλλακτον — Martagon lily neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ημερ(ο)- — (AM ἡμερ(ο) ) α συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το β συνθετικό έχει σχέση με την ημέρα ή έχει διάρκεια μιας ημέρας. ΣΥΝΘ. ημεράλωψ, ημερόβιος, ημεροδανειστής, ημεροκαλλίς, ημερολόγιο αρχ. ημερογράφος, ημεροδρόμης, ημεροδρομώ, ημεροειδής,… … Dictionary of Greek