Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Ἑστιάδων

См. также в других словарях:

  • Ἑστιάδων — Ἑστιάδες Vestal virgins fem gen pl Ἑστιάς Vestal virgins fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πεδουκαίος — (Peducaeus). Επώνυμο ονομαστής οικογένειας της αρχαίας Ρώμης. Από την οικογένεια αυτή διέπρεψαν κυρίως οι εξής: 1. Σίξτος. Διετέλεσε δήμαρχος της Ρώμης το 114 113. Είναι ο εκπονητής του λεγόμενου Πεδουκαίου νόμου περί ανοσιότητας των Εστιάδων… …   Dictionary of Greek

  • πυρ — Bλ. λ. φωτιά. * * * το / πῡρ, πληθ. πυρά, ΝΜΑ, και πύυρ και ποιητ. τ. πύϊρ Α 1. ταυτόχρονη παραγωγή θερμότητας και φλόγας, η οποία προέρχεται από την καύση ορισμένων σωμάτων, φωτιά 2. φρ. «Πυρ άγιον» το άσβεστο πυρ στο θυσιαστήριο τών… …   Dictionary of Greek

  • Νουμάς, Πομπίλιος — (8ος – 7ος αι. π.Χ.). Διάδοχος του Ρωμύλου ως βασιλιάς της Ρώμης. Οι Ρωμαίοι απέδιδαν σε αυτόν πολλούς θρησκευτικούς θεσμούς τους, γιορτές, θυσίες και άλλες ιεροτελεστίες, τον θεσμό των Εστιάδων παρθένων και τους Σαλίους (ιερείς του Άρη). Λέγεται …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»