-
1 Ερμήι
-
2 Ἑρμῆι
-
3 ερμήι
ἑρμῇ, ἑρμάζωsteady: fut ind mid 2nd sg (doric)ἑρμῇ, ἑρμάζωsteady: fut ind act 3rd sg (doric) -
4 ἑρμῆι
ἑρμῇ, ἑρμάζωsteady: fut ind mid 2nd sg (doric)ἑρμῇ, ἑρμάζωsteady: fut ind act 3rd sg (doric)
См. также в других словарях:
Ἑρμῆι — Ἑρμῇ , Ἑρμῆς pillar surmounted by bust masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑρμῆι — ἑρμῇ , ἑρμάζω steady fut ind mid 2nd sg (doric) ἑρμῇ , ἑρμάζω steady fut ind act 3rd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Έχελος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήρωας του δήμου των Εχελιδών (στη θέση που βρίσκεται σήμερα η περιοχή του Νέου Φαλήρου) της αρχαίας Αττικής. Παράσταση του Έ. υπάρχει σε ωραίο διπλό αναθηματικό ανάγλυφο, που βρέθηκε το 1903 στο Φάληρο, σε ιερό όπου, εκτός από … Dictionary of Greek