Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Ἑρμαφρόδιτον

См. также в других словарях:

  • Ἑρμαφρόδιτον — Ἑρμαφρόδῑτον , Ἑρμαφρόδιτος Hermaphrodite masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ερμαφρόδιτος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Ερμή και της Αφροδίτης. Το διπλό φύλο του (που φαίνεται και από το όνομά του) οφείλεται, κατά τον αρχαίο μύθο, στη συγχώνευσή του με τη νύμφη Σαμαλκίδα, η οποία τον είχε ερωτευτεί. Η μυθολογική αυτή αφήγηση… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»