-
1 Ελλανοδικών
Ἑλλᾱνοδικῶν, Ἑλλανοδίκαιthe chief judges at the Olympic games: masc gen plἙλλανοδικέωto be a judge at the games: pres part act masc nom sg (attic epic doric) -
2 Ἑλλανοδικῶν
Ἑλλᾱνοδικῶν, Ἑλλανοδίκαιthe chief judges at the Olympic games: masc gen plἙλλανοδικέωto be a judge at the games: pres part act masc nom sg (attic epic doric) -
3 ελλανοδικών
ἑλλᾱνοδικῶν, ἑλλανοδίκαςmasc gen plἑλλᾱνοδικῶν, ἑλλανοδικέωto be a judge at the games: pres part act masc nom sg (attic epic doric) -
4 ἑλλανοδικῶν
ἑλλᾱνοδικῶν, ἑλλανοδίκαςmasc gen plἑλλᾱνοδικῶν, ἑλλανοδικέωto be a judge at the games: pres part act masc nom sg (attic epic doric)
См. также в других словарях:
Ἑλλανοδικῶν — Ἑλλᾱνοδικῶν , Ἑλλανοδίκαι the chief judges at the Olympic games masc gen pl Ἑλλανοδικέω to be a judge at the games pres part act masc nom sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑλλανοδικῶν — ἑλλᾱνοδικῶν , ἑλλανοδίκας masc gen pl ἑλλᾱνοδικῶν , ἑλλανοδικέω to be a judge at the games pres part act masc nom sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ολυμπία — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… … Dictionary of Greek
Ολύμπια — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… … Dictionary of Greek
Ήλις — Αρχαίαπρωτεύουσα του ομώνυμου κράτους στην πεδιάδα της Κοίλης Ή. κοντά στον ποταμό Πηνειό, η Παλαιόπολις των νεότερων χρόνων. Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση, τον πρώτο συνοικισμό δημιούργησε ο Αιτωλός Όζιλος, ο οποίος εισέβαλε εκεί και υπέταξε… … Dictionary of Greek
ελλανοδικία — η (Μ ἑλλανοδικία) το αξίωμα και το έργο τών ελλανοδικών … Dictionary of Greek
πρωτελληνοδίκης — ὁ, Α ο επικεφαλής τών ελλανοδικών. [ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο) * + ἑλληνοδίκης / ἑλλανοδίκης] … Dictionary of Greek
Επίδαυρος — Αρχαία πόλη της Αργολίδας. Βρισκόταν στις ακτές του Σαρωνικού, κοντά στον σημερινό οικισμό Παλαιά Επίδαυρος. Η πόλη ήταν περίφημη στην αρχαιότητα, όχι τόσο για την ιστορική της σημασία όσο για το περίφημο Ιερό του Ασκληπιού που βρισκόταν κοντά… … Dictionary of Greek
Ολυμπιάδες — Αγώνες που διαξάγονταν κατά την αρχαιότητα στην Ολυμπία (291 φορές, από το 776 π.Χ. έως το 393 μ.Χ.) προς τιμήν του Δία με την ευκαιρία των Ολυμπίων, μίας από τις τέσσερις πανελλήνιες αγωνιστικές γιορτές (οι άλλες τρεις ήταν τα Πύθια στους… … Dictionary of Greek