-
1 Ετεοκλης
-
2 Ετεοκλος
ὁ (не смеш. с Ἐτεοκλῆς) Этеокл (сын Ифия, один из «семерых против Фив») Trag.
См. также в других словарях:
Ἐτεοκλῆς — masc voc sg (doric aeolic) Ἐτεοκλῆς masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ετεοκλής και Πολυνείκης — Μυθολογικά πρόσωπα. Δίδυμοι γιοι του Οιδίποδα και της Ιοκάστης. Κατά τον μύθο –που έγινε πασίγνωστος με την τραγωδία του Αισχύλου Επτά επί Θήβαις– το μίσος χώρισε τα δύο αδέλφια, γιατί ο Ε. αρνήθηκε να παραδώσει τον θρόνο στον αδελφό του, όπως… … Dictionary of Greek
Ἐτεοκλέα — Ἐτεοκλῆς masc acc sg (epic ionic) Ἐτεοκλέᾱ , Ἐτεοκλῆς masc acc sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Этеокл — (Έτεοκλής) сын Эдипа и Иокасты. После удаления Эдипа из Фив и смерти матери, разделил вместе с братом Полиником царскую власть в Фивах. Вследствие возникших между ними ссор, Полиник оставил Фивы и обратился к Адрасту Аргосскому, который собрал… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Ἐτεοκλεῖ — Ἐτεοκλῆς masc dat sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐτεοκλεῖς — Ἐτεοκλῆς masc voc sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐτεοκλείης — Ἐτεοκλῆς masc nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐτεοκληείης — Ἐτεοκλῆς fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐτεοκλέης — Ἐτεοκλῆς masc nom sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐτεοκλέος — Ἐτεοκλῆς masc gen sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐτεοκλέους — Ἐτεοκλῆς masc gen sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)