Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἕω-θεν

См. также в других словарях:

  • -θεν — (Α) βλ. θε …   Dictionary of Greek

  • θέν — τίθημι p aor part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -θε — (AM θε και θεν) κατάληξη τοπικών επιρρ. που δηλώνει την από τόπου κίνηση («δώθε», «κείθε», «πάροιθε», «άνωθεν») αρχ. κατάληξη τής γενικής ή αφαιρετικής εν. ουσ. ή επιθ. ή αντωνυμιών που δηλώνει την από τόπου κίνηση, την προέλευση ή την καταγωγή… …   Dictionary of Greek

  • ἤραθεν — ἤρᾱθεν , ἀρέομαι aor ind mp 3rd pl (attic epic ionic) ἤρᾱθεν , ἐράομαι love aor ind mp 3rd pl (attic epic) ἤρᾱθεν , ἐράομαι love aor ind mp 3rd pl (epic doric aeolic) ἤρᾱθεν , ἐρέομαι ask aor ind mp 3rd pl (attic epic) ἤρᾱθεν , ἐρέω love aor …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κύκλωθεν — (Α) (μτγν. τ.) βλ. κυκλόθεν. [ΕΤΥΜΟΛ. κύκλω θεν αντί κυκλό θεν*, πιθ. κατ επίδρασιν τών ἔσω θεν, πόρρω θεν κ.λπ.] …   Dictionary of Greek

  • οιόθεν — (I) οἰόθεν (Α) 1. επίρρ. από ένα μόνο μέρος, δηλ. μόνος, κατά μόνας, με τον εαυτό του 2. φρ. «οἰόθεν οἶος» ολομόναχος, κατάμονος (Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < οἶος (Ι) «μόνος» + επιρρμ. κατάλ. –θεν (πρβλ. άλλο θεν)]. (II) οἰόθεν (Α) επίρρ. από τον… …   Dictionary of Greek

  • θεαθέν — θεᾱθέν , θεάομαι gaze at aor part mp neut nom/voc/acc sg (attic) θεᾱθέν , θεάομαι gaze at aor part mp neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) θεᾱθέν , θεάω gaze at aor part pass neut nom/voc/acc sg (attic) θεᾱθέν , θεάω gaze at aor part pass neut… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συσπειραθέν — συσπειρᾱθέν , συσπειράομαι aor part pass neut nom/voc/acc sg (attic) συσπειρᾱθέν , συσπειράομαι aor part pass neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) συσπειρᾱθέν , συσπειράω contract aor part pass neut nom/voc/acc sg (attic) συσπειρᾱθέν ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκπέραθεν — ἐκπέρᾱθεν , ἐκπεράω go out over aor ind pass 3rd pl (attic epic) ἐκπέρᾱθεν , ἐκπεράω go out over aor ind pass 3rd pl (epic doric aeolic) ἐκπέρᾱθεν , ἐκπεράω go out over aor ind pass 3rd pl (attic epic) ἐκπέρᾱθεν , ἐκπεράω go out over aor ind… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔραθεν — ἔρᾱθεν , ἐράομαι love aor ind mp 3rd pl (attic epic) ἔρᾱθεν , ἐράομαι love aor ind mp 3rd pl (epic doric aeolic) ἔρᾱθεν , ἐρέομαι ask aor ind mp 3rd pl (attic epic) ἔρᾱθεν , ἐρέω love aor ind pass 3rd pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ίδηθεν — Ἴδηθεν (Α) επίρρ. από την Ίδη. [ΕΤΥΜΟΛ. < Ίδη + κατάλ. θεν που δηλώνει την από τόπου κίνηση (πρβλ. εκεί θεν, έσω θεν)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»