Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἕλδ-

См. также в других словарях:

  • Μυανμάρ — Κράτος της νοτιανατολικής Ασίας. Συνορεύει Β και ΒΑ με την Κίνα, Α με το Λάος και την Ταϊλάνδη και Δ με το Μπανγκλαντές και την Ινδία. Βρέχεται Ν από τη Θάλασσα Ανταμάν και ΝΔ από τον Kόλπο της Βεγγάλης.Aπό εδαφική άποψη, η Μ. ή Bιρμανία… …   Dictionary of Greek

  • Τσιριμώκος — Επώνυμο Ελλήνων πολιτικών και ενός λογοτέχνη. 1. Ιωάννης (Λαμία 1867 – Αθήνα 1934). Εξελέγη βουλευτής Φθιώτιδας και Φωκίδας (1899), πρόεδρος της Βουλής (1911 και 1912) και υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου (1912). Πήρε ενεργό… …   Dictionary of Greek

  • αντίσταση — Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά ιστορικά γεγονότα του B’ Παγκοσμίου πολέμου υπήρξε το φαινόμενο της Α., την οποία προέταξαν στους κατακτητές και τους συνεργάτες τους οι κατεχόμενοι από τον Άξονα πληθυσμοί στις διάφορες χώρες. Οι πολιτικές και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»