-
1 ἑκάς
Grammatical information: adv.Origin: IE [Indo-European] [882!] *su̯e-ḱm̥t-s `for oneself'Etymology: Cf. ἀνδρα-κάς `man for man' (ν 14) from the reflexive-anaphoric ἕ, ἑ (s. v.), so prop. `for oneself' (IE *ḱm̥t-s?). The same distributive suffix also in Sanskrit., e. g. śata-śáḥ `hundred by hundred'; cf. Schwyzer 630 w. n. 4. - Unclear εκαδι (dat., Dura, hell.) name of a piece of ground, s. Cumont Rev. de phil. 48, 104.Page in Frisk: 1,473Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ἑκάς
-
2 εκαθεν
-
3 ἕκαστος
Grammatical information: pron.Meaning: `every one' (Il.).Other forms: Ϝέκαστος (Gort., El., NWGr., Arc.)Derivatives: Several adv. deriv.: ἑκάστοτε `every time' (Ion.- Att.), ἑκάστοθι `in every place' (γ 8), ἑκασταχοῦ `everywhere' and several formations with χ-suffix, further ἑκαστάκις `on every occasion' (Corc.) a. o.Origin: GR [a formation built with Greek elements]Etymology: Prob. with Wackernagel KZ 29, 144ff. (= Kl. Schr. 1, 647ff.; s. also Schwyzer 630 n. 4) from *ἑκάς τις `every one for himself' (cf. εἶς τις `unusquisque'); from *ἑκάς τεο \> ἑκάστου, *ἑκάς τῳ \> ἑκάστῳ arose ἕκαστος etc. together with the superlative in - ιστος - To ἕκαστος, which was analysed as ἕκα-στος, arose ἑκάτερος (Ion.-Att.), Ϝεκάτερος (Gort., Delph.) `everyone of both' (after ἅτερος, πότερος a. o.) with several adverbial deriv., e. g. ἑκατέρωθεν, - ωθι, - ωσε (Ion.-Att. etc.); note ἑκάτερθε(ν) `on both sides' (Il.), after ὕπερθεν, ἔνερθεν a. o. for metrically uneasy ἑκατέρωθεν. S. Schwyzer 627f., Lejeune Les adv. grecs en - θεν 223f., Mastrelli Stud. itfilclass. 27, 8. Now Lazzeroni Ann. di Pisa 2: 25, 136ff.Page in Frisk: 1,473Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ἕκαστος
См. также в других словарях:
-θε — (AM θε και θεν) κατάληξη τοπικών επιρρ. που δηλώνει την από τόπου κίνηση («δώθε», «κείθε», «πάροιθε», «άνωθεν») αρχ. κατάληξη τής γενικής ή αφαιρετικής εν. ουσ. ή επιθ. ή αντωνυμιών που δηλώνει την από τόπου κίνηση, την προέλευση ή την καταγωγή… … Dictionary of Greek