-
1 έσφαλας
-
2 ἔσφαλας
См. также в других словарях:
ἔσφαλας — ἔσφᾱλας , σφάλλω make to fall aor ind act 2nd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 έσφαλας
2 ἔσφαλας
ἔσφαλας — ἔσφᾱλας , σφάλλω make to fall aor ind act 2nd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)