Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἔποχον

См. также в других словарях:

  • ἔποχον — saddle cloth neut nom/voc/acc sg ἔποχος veho masc/fem acc sg ἔποχος veho neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἔποχον — Ἔποχος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπόχου — ἔποχον saddle cloth neut gen sg ἔποχος veho masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπόχων — ἔποχον saddle cloth neut gen pl ἔποχος veho masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπόχῳ — ἔποχον saddle cloth neut dat sg ἔποχος veho masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔποχα — ἔποχον saddle cloth neut nom/voc/acc pl ἔποχος veho neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κἄποχον — ἄποχον , ἄποχος masc/fem acc sg ἄποχον , ἄποχος neut nom/voc/acc sg ἔποχον , ἔποχον saddle cloth neut nom/voc/acc sg ἔποχον , ἔποχος veho masc/fem acc sg ἔποχον , ἔποχος veho neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έποχο — Ταινία από δέρμα ή ύφασμα, που χρησιμεύει για τη συγκράτηση της σέλας (εφιππίου) στη ράχη του αλόγου. Το πλάτος της ταινίας διαφέρει, ανάλογα με το είδος της σέλας, τη διακόσμησή της και τους πρακτικούς σκοπούς της ε. * * * το (Α ἔποχον) [επ έχω] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»