-
1 έμμιξον
-
2 ἔμμιξον
См. также в других словарях:
ἔμμιξον — ἔμμῑξον , ἐμμίγνυμαι aor imperat act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 έμμιξον
2 ἔμμιξον
ἔμμιξον — ἔμμῑξον , ἐμμίγνυμαι aor imperat act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)