-
1 ετάραι
-
2 ἑτάραι
См. также в других словарях:
ἑτάραι — ἑταίρα fem nom/voc pl (epic) ἑτάρᾱͅ , ἑταίρα fem dat sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ετάραι
2 ἑτάραι
ἑτάραι — ἑταίρα fem nom/voc pl (epic) ἑτάρᾱͅ , ἑταίρα fem dat sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)