Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἑτεροκλινές

См. также в других словарях:

  • ἑτεροκλινές — ἑτεροκλινής leaning to one side masc/fem voc sg ἑτεροκλινής leaning to one side neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ετεροκλινής — ές (ΑΜ ἑτεροκλινής, ές) αυτός που ρέπει, που κλίνει προς το ένα από τα δύο μέρη («ἐπειδὴ ἡ στοὰ ἑτεροκλινὴς ἐγένετο, ὠρθώθη», Δίων Κάσσ.) νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το ετεροκλινές μία από τις μορφές κρυσταλλώσεως τών ορυκτών αρχ. κατηφορικός… …   Dictionary of Greek

  • σίδαιον — Α (κατά τον Ησύχ.) «ἑτεροκλινές» …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»