-
1 ἑπτάπυλος
ἑπτά-πῠλος, ον,A with seven gates, epith. of Boeotian Thebes (cf. ἑκατόμπυλος), Il.4.406, Od.11.263, B.18.47, Anaxandr.41.21, cf. A.Th. 165 (lyr.), S.Ant. 119 (lyr.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἑπτάπυλος
-
2 ἑπτάπυλος
ἑπτά - πυλος ( πύλη): seven - gated, epith. of Boeotian Thebes, Il. 4.406.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ἑπτάπυλος
-
3 πύλη
Grammatical information: f.Meaning: `wing of a door, gate', mostly in plur. `door, gate', esp. of town-gates, gates of an camp a. the like (Il.); `entrance, access, bottleneck etc.', also as PlN (Pi., Emp., IA.).Compounds: Several compp., e.g. πυλ-άρτης m. `gate-closer', adjunct of Hades, also as PN (Hom.), to ἀρ- in ἀραρίσκω (s.v.) with univerbating τη-suffix (Bechtel Lex. s.v., Fraenkel Nom. ag. 1. 31 w. n. 2); πυλ-ωρός, ep. πυλᾰ-ωρός, Hdt. πυλ-ουρός, H. πυλ-αυρός (Dor.), - ευρός (Ion.) `gate-keeper, guard' (Il.); on the comp.vowel and 2. member s. on ὁράω and Schwyzer 438, Leumann Hom. Wörter 223 n. 20: 2c, Chantraine Gramm. hom. 1, 161; ἑπτά-πυλος `with seven gates' (ep. lyr. Il.); PlN Θερμο-πύλαι pl. (Simon., Hdt. etc.); the Att. orator a.o. for it Πύλαι, cf. Risch IF 59, 267.Derivatives: 1. Dimin. πυλ-ίς, - ίδος f. (IA.); 2. - ώματα pl. n. `gate' (A, E.; cf. Sommer Zum Zahlwort 9 n.1), formal enlargement (Chantraine Form. 186f.); 3. - εών (sp.), - ών (Arist., hell.). -( ε)ῶνος m. `gate-space, gateway, gate-building'; 4. Πυλ-ᾶτις, - ιδος f. `belonging to Πύλαι' (S. in lyr.), -αϊ̃τις, - ιδος f. `belonging to a gate' (Lyc. 356; for Πυλᾶτις?; cf. Redard 10 a. 212). 5. πυλαῖος `belonging to a gate' (late), `belonging to Πύλαι' (Demeter; Call.); PN Πύλαιος (Β842); Πυλαία, - ίη f. adjunct of the amphictyonian meeting in Πύλαι (IA.); from it Πυλαιασταί m. pl. prop. *"members of Πυλαία" (on the formation Fraenkel Nom. ag. 1, 175ff.; hardly correct Bechtel Dial. 2, 655), metaph. `mountebank, liar' (Phot., Suid.; Rhod. after H.); prob. also πυλαϊκός `conjurer-like' (late). 6. Denom. verb πυλ-όομαι, - όω `to be(come) provided with gates' (Ar., X.).Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]X [probably]Etymology: As opposed to the inherited θύρα without etymology; so prob. technical LW [loanword] like many other expressions of architecture (e.g. μέγαρον; s. also Schwyzer 62). Vain attempts at interpretation in Bq (rejected). -- So prob. Pre-Greek.Page in Frisk: 2,623-624Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > πύλη
См. также в других словарях:
ευρύπυλος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς του Ορμένιου της Θεσσαλίας, γιος του Ευδαίμονα. Ήταν ένας από τους μνηστήρες της Ωραίας Ελένης. Εκστράτευσε εναντίον της Τροίας με 40 πλοία. Τον τραυμάτισε ο Πάρις, αλλά τον θεράπευσε ο Πάτροκλος. Ήταν ένας … Dictionary of Greek
πεντάπυλος — η, ο / πεντάπυλος, ον, ΝΑ αυτός που έχει πέντε πύλες αρχ. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ πεντάπυλα τμήμα τής πόλης τών Συρακουσών. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα * + πυλος (< πύλη), πρβλ. επτά πυλος] … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… … Dictionary of Greek
семь — число каббалистическое Ср. Потом зашла речь об объяснении семи столбов и ступенек храма, 7 наук, 7 добродетелей, 7 коров, 7 даров Святого Духа. Гр. Л.Н. Толстой. Война и мир. 2, 3, 10. Ср. В комнате было семь человек семь, число каббалистическое … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона
Семь — число кабалистическое. Ср. Потомъ зашла рѣчь объ объясненіи семи столбовъ и ступенекъ храма, 7 наукъ, 7 добродѣтелей, 7 коровъ, 7 даровъ Святаго Духа. Гр. Л. Н. Толстой. Война и Миръ. 2, 3, 10. Ср. Въ комнатѣ было семь человѣкъ семь, число… … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Μυκήνες — I Η σημαντικότερη προϊστορική πόλη της Ελλάδας. Βρίσκεται στον βορειοανατολικό μυχό της αργολικής πεδιάδας και υπήρξε κέντρο ενός από τους μεγαλύτερους προϊστορικούς πολιτισμούς, ο οποίος διήρκεσε από το 1600 έως το 1100 π.Χ. Ιδρυμένη σε σπουδαίο … Dictionary of Greek